Σπούδασε στην Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου, στο οποίο υπηρέτησε, με λίγες μικρές διακοπές, ως το 1982. Πρώτη εμφάνιση στον Άμλετ (1937). Πρωταγωνίστησε σε εκατοντάδες έργα του αρχαίου, του ευρωπαϊκού και του αμερικανικού θεάτρου. Διακρίθηκε σε ρόλους τραγικούς ως αγγελιαφόρος, όπου δημιούργησε «σχολή», αλλά μετά το 1970 διέπρεψε και στις κωμωδίες του Αριστοφάνη (Ιππείς, Νεφέλες). Έπαιξε σχεδόν σε όλες τις σαιξπηρικές τραγωδίες που ανέβηκαν στο Εθνικό Θέατρο (Τρικυμία, Ριχάρδος ο Γ', Έμπορος της Βενετίας), σε έργα του Μπέρναρ Σω, του Ντυρανμάτ, του Μυσέ, του Ο' Νηλ κ.α.
Με το κύρος του στήριξε και έργα Ελλήνων συγγραφέων (Μελά, Τερζάκη, Θεοτοκά, Καζαντζάκη, Σικελιανού) που χρειάζονταν ειδικές ικανότητες στην εκφορά του ποιητικού λόγου. Ο Βόκοβιτς καλλιέργησε με πάθος την τεχνική του, ώστε να καταστεί ένας από τους λίγους Έλληνες ηθοποιούς που εκφέρουν με ακρίβεια το νεοελληνικό ποιητικό ιδίωμα.
Το 1966 διορίστηκε διευθυντής της Δραματικής Σχολής του Εθνικού Θεάτρου. Το 1982 εγκατέλειψε το Εθνικό Θέατρο και εργάστηκε σε ιδιωτικούς θιάσους, σε έργα Όρτον, Λόρκα (Δόνα Ροζίτα), και Γκόλντσμιθ (Τα λάθη μιας νύχτας). Αδερφός του ήταν ο επίσης ηθοποιός Νίκος Βοκάς (1917-2009).
--- Wikipedia